🇬🇷 el en 🇬🇧

κεκλεισμένων των θυρών

  /ce.kliˈzme.non ton θiˈɾon/
  • με κλειστές τις πόρτες, χωρίς την παρουσία του κοινού, ακροατών
behind closed doors
Wiktionary Links